Mary Halvorson, Code Girl, #04
Ετσι όπως πήγαινε η λίστα φέτος, μου κάνει τρομερή εντύπωση που έφτασε να συμπεριληφθεί και ένα διπλό album με μιάμιση ώρα διάρκεια. Ας είναι όμως, την Mary την Halvorson την συμπαθώ απεριόριστα και ας είναι πρακτικά αδύνατο να παρακολουθήσεις την καριέρα της σε μια δαιδαλώδη αλληλουχία solo δίσκων, group, projects, συμμετοχών ως sidewoman (ή sideperson αν θέτε), αλλά σχεδόν ό,τι έχει πέσει στην αντίληψη και στο στερεοφωνικό μου ειναι άκρως ενδιαφέρον και απολαυστικό. Στο «Code Girl» ξαναδημιουργεί ένα group (έστω και αν ο δίσκος είναι κάτω από το δικό της όνομα για κάποιο λόγο), μαζεύει τους γνωστούς της Tomas Fujiwara και Michael Formanek για το rhythm section, τον Ambrose Akimunsire στην τρομπέτα (φέτος η λίστα έχει πολλές συνδυαστικές παρουσίες) και την (παντελώς άγνωστη σε μένα, αλλά ιδιαιτέρως εντυπωσιακή) Amirtha Kidambi για το τραγούδι.
Ο δίσκος είναι μεγάλη πρόκληση από πολλές πλευρές. Είναι πολύ εύκολο να χαθείς μέσα στα 14 τραγούδια του και λόγω διάρκειας και λόγω πληθώρας πληροφοριών που ακούγονται μέσα σ΄αυτά. Όλοι οι συμμετέχοντες προέρχονται από διάφορες εκφάνσεις της free jazz και, προφανέστατα, αυτό είναι ίσως το κυριότερο συστατικό του δίσκου. Όμως, τόσο η ικανότητα της Halvorson να γράφει ελκυστικότατες μελωδίες, όσο και η συμμετοχή της Kidambi με το εύρος της ερμηνείας της (από χωρίς λέξεις αυτοσχεδιασμούς έως και γλυκύτατα τραγουδίσματα), δεν τον αφήνουν να γίνουν ακατανόητα στρυφνός. Αυτή η ισορροπία ανάμεσα στη δομή και στην έκρηξη είναι και το ομορφότερο σημείο του. Οι μουσικοί ακούγονται τρομερά δεμένοι μεταξύ τους, οι διάλογοι ανά δυο ή και τρεις εναλλάσσονται συνέχεια στα κομμάτια (όπως στο «Possibility of Lightning» π.χ. που η συνδιάλεξη ανάμεσα στον Akimunsire και την Kidambi οδηγεί σχεδόν χωρίς να το καταλάβεις σε ένα ξεσπασματικό διαγωνισμό ανάμεσα στην Halvorson και τον Fujiwara για να ξαναμπεί στιγμιαία ανάμεσα η Kidambi).
To «Code Girl» (και μάλλον και οι Code Girl) έχουν ήσυχα σημεία, έχουν αυτοσχεδιαστικά σημεία, έχουν jazz σημεία, έχουν rock σημεία, έχουν υπερβατικά σημεία, γενικά από όλα έχει ο μπαχτσές. Επίσης θεωρώ ότι εντυπωσιακό ότι βρίσκεις τόσο άμεσο συναίσθημα σε έναν συχνά αφαιρετικό δίσκο. Η αφομοίωση του συγκεκριμένου album νομίζω ότι είναι θέμα χρόνων (και όχι χρόνου). Μόνο τις τελευταίες ημέρες που το ξανακούω αποκλειστικά και βρισκω τον εαυτό μου να χάνεται και να ανακαλύπτει νέες γωνιές συνέχεια. Από την άλλη βέβαια μην τα θέλουμε όλα εύκολα και καλομαθαίνουμε. Ευκαιρία να εξερευνήσετε τις όχι-και-τόσο-ποπ ευαισθησίες σας.