The Necks, Body, #10
Οι Necks είναι μεγάλοι. Οι Necks ορίζουν το power trio έστω και αν συνήθως ψιθυρίζουν. Οι Necks έχουν κυκλοφορήσει τόσα album που δυσκολεύομαι να πω ότι κατέχω σε βάθος τον κατάλογό τους. Οι Necks έχουν περίεργη σχέση με τη jazz, σχεδόν παίζοντας κρυφτό μαζί της και αποφεύγοντας επιδέξια να ξεκαθαρίσουν αν την υπηρετούν ή όχι. Οι Necks αγαπούν την επανάληψη. Οι περισσότεροι δίσκοι τους είναι δομημένοι γύρω από αυτή. Οι Necks αγαπούν την ροή. Δεν υπάρχουν διακοπές στους δίσκους τους, μόνο πρόοδος προς την κατάληξη. Οι Necks επίσης αγαπούν την ησυχία. Στις περισσότερες των κυκλοφοριών τους, έβρισκαν ένα θέμα και το εξέλισσαν στη διάρκεια του δίσκου με πολύ, πολύ μικρές, σχεδόν ανεπαίσθητες πινελιές διαφοροποίησης. Ή μάλλον αγαπούσαν την ησυχία. Στο «Body» αποφασίζουν για κάποιο λόγο να ξεσαλώσουν. Το εντυπωσιακό είναι ότι το κάνουν αδιανόητα καλά.
To «Body» νοητά μπορεί να χωριστεί σε τρία μέρη. Το πρώτο και το τρίτο είναι κοντά σε αυτό που μας έχουν συνηθίσει οι Necks, ντελικάτο, μινιμαλιστικό, κυκλικό και διακριτικό. Το μεσαίο μέρος είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Χτίζει σταδιακά μια ένταση και οδηγείται σε ένα ξέσπασμα που καταφέρουν να κρατήσουν για μια ξεσηκωτική χρονική διάρκεια. Για 15 περίπου λεπτά οι Necks μεταμορφώνονται σε μια σχεδόν (post) rock μπαντα και μάλιστα πρώτης διαλογής. Πιάνο, μπάσο, ντραμς και η κιθάρα του Buck φωνάζουν και ξαναφωνάζουν και ξαναφωνάζουν σε μια κορύφωση που οδηγεί το δίσκο σε άλλο επίπεδο. Οι Necks πάντα έβγαζαν τρομερά ποιοτικούς δίσκους, αλλά η φύση του στύλ τους σε έκανε να ξέρεις λίγο πολύ τι να περιμένεις, έστω και αν αφιέρωνες κάθε φορά άπειρες ακροάσεις για να ανακαλύψεις όλα εκείνα τα δομικά μικροστοιχεία που σχημάτιζαν το σύνολο. Το «Body» ανατρέπει αρκετά τα δεδομένα και ακούγεται ταιριαστά απειλητικό ως soundtrack μιας χρονιάς που δεν άλλαξε τη διαδοχή κακών και ανάποδων χρονιών. Από μια μερια το λες και ελαφρώς ανησυχητικό ότι μέχρι και οι Necks αποφάσισαν να ξεσπάσουν. Το «The Body» πλέον συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στις πιο φωτεινές στιγμές τους και πλέον με έχει κατακλύσει ανυπομονησία για το επόμενο βήμα.