It’s a crime they didn’t tell us about the diamonds in her eyes

Το motto της φετινής χρονιάς φαίνεται να είναι “αγοράζουμε εισιτήρια συναυλιών νωρίς ώστε να μην είναι δικαιολογία η βαρεμάρα για να μην πάμε. Κάπως έτσι κατάληξα για το live των Black Heart Procession το Μάρτη, να έχω αγοράσει το εισιτήριο από πριν τα Χριστούγεννα. Δεν μετανιώνω πάντως, γιατί ακόμα και γώ που παραδέχομαι ότι δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που καίγομαι να δω συναυλιακά πλέον, θα στενοχωριόμουν αρκετά αν έχανα τους Αμερικάνους.  Μικρές λεπτομέρειες όπως ο χώρος (παρά το γεγονός ότι είναι εξαιρετικός ως εμφάνιση, ποτέ δεν συμπάθησα τη συναυλιακή απόδοση του Fuzz, ειδικά στο θέμα του ήχου) ή το γεγονός ότι το live θα ήταν επετειακό για τα 20χρονα του “1”, θεωρήθηκε υπερβολικά υπερβολικό να προκαλέσουν έστω και την παραμικρή γκρίνια.

Έχω χάσει την επαφή μου με την εξέλιξη των συνηθειών του Ελληνικού κοινού στις συναυλίες (δεν ξέρω καν αν είναι ακόμα το καλύτερο στον κόσμο), αλλά από πλευράς προσέλευσης παρατήρησα ότι όσο περνάνε τα χρόνια γινόμαστε και χειρότεροι, με αποτέλεσμα οι Appalachian Cobra Worshippers να παίξουν το μεγαλύτερο μέρος του set τους σε μισοάδειο χώρο, πραγματικό κρίμα καθώς εγώ τους απόλαυσα όσο λίγα support συγκροτήματα, με τον ενθουσιασμό σε φάσεις να θυμίζει Earthbound Χριστουγεννιάτικου live 2004 (ή 2003 με απατά η έτσι και αλλιώς μετριότατη μνήμη μου). Θα ομολογήσω ότι δεν κατάλαβα ότι έπαιζαν μόνο διασκευές με εξαίρεση αυτή του “Red Right Hand” του Cave, οπότε θα θεωρήσω άκρως πετυχημένη την προσαρμογή στην bluesoamericana τους των τραγουδιών που επέλεξαν να ερμηνεύσουν. Θα ήθελα να πω μπράβο στα παιδιά, αλλά καθότι όπως τους έκοψα είναι μάλλον μεγαλύτεροί μου, ελπίζω να τους ξαναπετύχουμε κάπου μπροστά μας.

Για τους Black Heart Procession πρέπει να πω ή πάρα, πάρα πολλά ή να είμαι τρομερά λακωνικός καθώς δεν θα καταφέρω να μεταδώσω σωστά το πόσο μεγάλο συγκρότημα τους θεωρώ. Αν και τους έμαθα αργούτσικα (μάλλον εποχές “3” ή “Amore Del Tropico”), το “2” (ειδικά) και το “3” είναι από τους δίσκους που κατέχουν ξεχωριστή θέση στην (ομολογουμένως οχι και τεράστια) καρδούλα μου. Ο δε πρώτος συνόδευσε άριστα πολύ περιέργες φάσεις, όπως όλοι οι σημαντικοί για τη ζωή μας δίσκοι, εδώ που τα λέμε. Για κάποιο παράδοξο λόγο, το “1” αφιέρωσα πολύ χρόνο σχετικά πρόσφατα, οπότε μάλλον πρόκειται για το δίσκο με το μικρότερο για εμένα συναισθηματικό δέσιμο, εξού και το μούδιασμα όταν άκουσα ότι το live θα αφιερωνόταν εκεί. Παρά το γεγονός όμως ότι διαψεύστηκε η πεποίθησή μου ότι μετά την παρουσίαση του δίσκου, θα υπήρχε δεύτερο μέρος με “greatest hits” αύρα, και οι BHP έπαιξαν μόνο δυο επιπλέον παλιά κομμάτια και ένα καινούριο, δεν μου έμεινε κανένα παράπονο από αυτό που παρακολουθήσαμε. Αγαπώ τους πολυ-οργανίστες (multi-instrumentalists το λέγανε στο χωριό μου) και τόσο ο πυρήνας των Pall/Tobias, όσο και το σερβικό δίδυμο session μουσικών που τους συνόδευαν ήταν άκρως εντυπωσιακοί.

Είναι δεδομένο ότι η μουσική των BHP λειτουργεί ιδανικά όταν έχει μόνο εσένα ως αποδεκτη (όσο εγωιστικό και αν ακούγεται αυτό), καθώς η ίδια της η φύση μου φαίνεται συγκλονιστικά προσωπική. Θα γίνω μεγαλόκαρδος βέβαια και θα πω ότι δεν με ενόχλησαν οι υπόλοιποι (!!!) έστω και αν είχαμε το κλασσικό, υπέροχο, πηγαινέλα που χωρίς αυτό καμιά συναυλία δεν είναι ολοκληρωμένη. Αν σκεφτείς κιόλας ότι δεν ήταν και γεμάτο το Fuzz, θα έλεγε κανείς ότι δε θα χρειαζόταν τοσο περπάτημα για να βρουν μια καλή θεση και να το απολαύσουν. Τελευταίο σημείο γκρίνιας ο ήχος, που θα πίστευε κανείς ότι μια που η μουσική ήταν κατά κύριο χωρίς πολλές παραμορφώσεις, θα έπρεπε να ναι πιο καθαρός. Τέλος όμως στα παράπονα γιατί κατά τ’ αλλα το live ήταν αρκούντως μαγευτικό. Διάχυτα μελαγχολικοί, ψιθυριστικά υποτονικοί σε στιγμές, ξεσπασματικά έντονοι σε άλλες, απαιτούσαν καθολική προσοχή όσο έλεγαν της ιστορίες τους. Χωρίς πολλές ομιλίες ευτυχώς, δεν σε άφηναν να αφαιρεθείς από το ρου του δίσκου. Και η αλήθεια είναι ότι είναι και αυτός μεγάλος δίσκος. Και η φωνή του Jenkins παραμένει από το πιο ωράια πράγματα που έχουν αποτυπωθεί σε κάποιο ψηφιακό ή αναλογικό μέσο.

Το καινούριο κομμάτι θεματολογικά κάπως ευκολώς αναμενόμενα συναισθηματικόεπαναστατικό, αλλά μουσικά αρκετά υπέροχο για να δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες για όταν αξιωθούν να βγάλουν τον καινούριο δίσκο (έχουν περάσει και μπόλικα χρόνια από το “Six” άλλωστε). Τα δυο τελευταία πράγματα που θέλω να σημειώσω είναι ότι ιδιαιτέρως ευχάριστη η πολυποίκιλη ηλικιακή κατανομή του κοινού και ότι επιτέλους πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει αυτή η φάρσα με τα encore. Τέλος, δεν ξεχνώ ότι του χρόνου τα 20χρονα από το “2” και ελπίζω να ξανακάνουμε μια γύρα, ώστε να μιλήσουμε με περισσότερους υπερθετικούς βαθμούς.

~ από KsDms στο 19 Απριλίου, 2017.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: