Skeletons in the closet

Δεν νομίζω ότι θα αποφεύγαμε αυτή εδώ την αναφορά. Εγώ προσωπικά δεν θα το ήθελα κιόλας. Υπάρχει κάποιος λόγος μερικές φορές που όλοι μιλάνε για κάτι, και το «Skeleton Tree» έχει διάφορους τέτοιους λόγους. Νομίζω ότι μερικοί από αυτούς τους λόγους παραείναι προσωπικοί για τον δημιουργό του, ώστε να αναλύονται από τον κάθε άσχετο, οπότε θα το αποφύγουμε εδώ, έστω και αν είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του τελικού δημιουργήματος.

Στο όνομα της απόλυτης ειλικρίνιας, θα παραδεχτώ ότι είμαι αρκετά νεόκοπος φίλος του Cave. Δεν με έχουν στιγματίσει τα κλασσικά, δεν πόνεσα με το «Murder Ballads», όταν τον είχα πρωτοδεί στο «Der Himmel Uber Berlin» δεν είναι καμιά σχέση με τη μουσική του, με αποτέλεσμα να μην είμαι και ο πλέον αναλυτικός παρατηρητής της ευρύτερης πορείας του. Αυτό με κάνει να συμπαθώ και album που οι «κανονικοί» οπαδοί ακούν και ανατριχιάζουν (το «Lyre of Orpheus» π.χ. – με την εξαίρεση του υπερβολικά ροκενρολ «Dig Lazarus Dig»), ενώ νομίζω ότι έχω αναφέρει και στο παρελθόν ότι το αγαπημένο μου album του πλέον είναι το προηγούμενο, «Push The Sky Away». Αν κάτι ξέρει να κάνει ο Cave σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του είναι να περιτριγυρίζεται από εξίσου (ή και περισσότερο, όπως το δει κανείς) ταλαντούχους μουσικούς. Και σε μια λίστα που περιλαμβάνει τον Adamson, τον Blixa, τον Mick Harvey ή τον Foetus, η μεγαλύτερη, με διαφορά, συμπάθειά μου είναι ο Warren Ellis, κυρίως γιατί οι Dirty Three ήταν και θα είναι για πάντα Τεράστια μπάντα. Όποιος λοιπόν δεν ακούει την επιρροή του Ellis στην συνθετική προσέγγιση των τελευταίων δίσκων, τότε μάλλον δεν ακούει και πολύ προσεκτικά. Και αν το «Push The Sky Away» ήταν το πιο αφαιρετικά αφηρημένο μέχρι στιγμής, τότε στο «Skeleton Tree» έχουν μείνει μόνο τα ημι-ξεθωριασμένα περιγράμματα των τραγουδιών.

Είναι αρκετά κατανοητός ο λόγος για την ατμόσφαιρα και τα κυρίαρχα συναισθήματα του δίσκου. Δεν υπάρχει ιδιαίτερη ελπίδα, δεν υπάρχει ιδιαίτερη διέξοδος, εκεί που στο προηγούμενο οι αναφορές προς τον ουρανό και τα άστρα ήταν αρκετές, τώρα κοιτάμε μόνο προς τα μέσα και δεν μας αρέσει πολύ αυτό που βλέπουμε γιατί τα γεγονότα δεν βγάζουν πολύ νόημα. Ανεξαρτήτως προσωπικών εμπειριών του καθενός, είναι δεδομένο νομίζω ότι πάρα πολλά στη σημερινή εποχή δεν βγάζουν κανένα νόημα και γι’ αυτό έχουμε πολλά θέματα που δεν μπορούμε να λύσουμε σε τούτο τον κοσμάκη. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που η (απέλπιδα) προσπάθεια της κατανόησης των καταστάσεων που αποπνέει το «Skeleton Tree» μιλάει τόσο πολύ στους περισσότερους ακροατές του. Η βοήθεια του Ellis είναι ακόμα πιο έντονη τώρα, οι συνθέσεις είναι ακόμα πιο μινιμαλιστικές, πιο υποτονικές, πιο αφηρημένες από οποτεδήποτε, για να ταιριάξουν και με μια διαφοροποίηση στο ύφος των στίχων του Cave, αυτών των ελαφρά παραληρηματικών μονολόγων που απευθύνονται σε όλους και σε κανένα. Όσες φορές και να το ακούσω μέχρι τώρα, δεν μπορώ να ξεχωρίσω τα τραγούδια, νιώθω ότι εκεί που τελειώνει το ένα, ξεκινάει το επόμενο σε μια αδιάκοπη προσπάθεια να εκφραστεί όλο το βάρος του κόσμου χωρίς ανάσα σχεδόν. Την πρώτη μέρα που το άκουσα, χωρίς υπερβολή δεν πρέπει να άκουσα κάτι άλλο μέχρι να κοιμηθώ και παρόλα αυτά δεν μπορούσα να πω με σιγουριά πότε τέλειωνε το ένα τραγούδι και πότε ερχόταν το άλλο. Δεν νομίζω να έχει ξαναπλησιάσει ποτέ ο Cave την ambient μουσική, όσο με αυτό εδώ το δίσκο. Και δεδομένου ότι είναι από τα αγαπημένα μου στυλ, δεν μπορεί παρα να με κερδίσει ακόμα περισσότερο το «Skeleton Tree». Το άλλο μεγάλο ατού του δίσκου, είναι ότι παρά την απόλυτα προσωπική φωνή του, δεν καθίσταται σε καμιά περίπτωση άβολη διαδικασία για τον εξωτερικό ακροατή.

Τα μεγάλα δράματα συχνά έχουν οδηγήσει στη δημιουργία μεγάλων αριστουργημάτων σε διάφορες μορφές τέχνης (με τρανταχτή εξαίρεση ίσως το εκτρωματικό τελευταίο Buck 65). Δεν θα ήθελα σε καμιά περίπτωση να μείνει το «Skeleton Tree» στην ιστορία ως το «album του δράματος», έστω και αν αυτό είναι ένα μεγάλο κομμάτι της προσωπικότητάς του. Δεν έχω δει το «One More Time With Feeling», οπότε δεν ξέρω και τη διαδικασία εξορκισμού της κατάρας του Cave, κάποια στιγμή λέω να το κάνω, αλλά προς το παρόν μου αρκεί η παρέα του δίσκου. Ενός δίσκου τόσο ισοπεδωτικού που δεν σε αφήνει σε ηρεμία όσο ευχαριστημένος και να είσαι με την ύπαρξη σου. Χωρίς να θέλω να ξεχωρίσω κάποιο κομμάτι ποιοτικά, θεωρώ ότι όλος ο χαρακτήρας του δίσκου βρίσκεται συμπυκνωμένος κυρίως στα 4:51 του «Girl In Amber». Πραγματικά δεν ξέρω αν αυτός είναι ο καλύτερός του δίσκος, δεν ξέρω καν αν είναι καλύτερος από το «Push The Sky Away» (δεν νομίζω πάντως), αλλά σίγουρα είναι ένας δίσκος που θα μείνει στην ιστορία, πιθανώς για λάθος λόγους ενίοτε όπως προείπα και παραπάνω. Δημιουργικά πάντως ο Cave και οι Κακοί Σπόροι του φαίνεται ότι έχουν πολλά ακόμα να δώσουν. Ελπίζω απλά την επόμενη φορά να μη χρειάζονται τέτοια ερεθίσματα για έμπνευση. Δεν ξέρω αν θέλω ή μπορώ να δω το «One More Time With Feeling», αλλά σίγουρα αυτή τη στιγμή ο δίσκος είναι ένα μεγάλο κομμάτι ενός μουσικού φθινοπώρου που προβλέπεται ήδη φορτσάρισμένο. Ίσως γιατί όλοι χρειάζεται να αναλογιστούμε τις διάφορες απώλειες γύρω μας.

 

 

 

~ από KsDms στο 20 Σεπτεμβρίου, 2016.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: