we forgotten who we are

Τις τελευταίες ημέρες, λίγο ελέω των εορτών, λίγο εξαιτίας μιας γενικότερης αναθεώρησης των κινήσεών μου, υπήρξε μια αύξηση στις εξορμήσεις με σκοπό την αγορά μουσικής ή έστω απλά το χάζεμα δεξιά και αριστερά. Η αγορά, τόσο στην Ελλάδα, όσο και παραέξω έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια σημαντικές αλλαγές, τις οποίες λίγο πολύ όσοι επιλέγουν να αφιερώσουν χρόνο στο σπορ γνωρίζουν. Η ευρείας απηχήσεως πλευρά έχει αρχίσει να ξεχνάει το φυσικό μέσο, προτιμώντας την αμεσότητα και ευκολία του ψηφιακού (νόμιμου και παράνομου), ενώ οι πιο εξειδικευμένοι κινούνται σε μανιώδη αναζήτηση βινυλιακών εκδόσεων, κυκλοφορίες περιορισμένων αντιτύπων και οι ίδιοι οι μουσικοί φροντίζουν να ακουλουθούν την τάση αυτή. Κάποια στιγμή στο παρελθόν πρέπει να είχα μιλήσει για το «Last Shop Standing» και τα συμπεράσματα που έβγαζε σχετικά με την πορεία της μουσικής βιομηχανίας.

Περπατώντας σήμερα στην Σταδίου με σκοπό να χαζέψω το bazaar του Ιανού (το οποίο μας χάρισε τα Χριστούγεννα κάποιες γοητευτικότατες jazz κυκλοφορίες), για το οποίο η διαφήμιση στο site του βιβλιοπωλείου μιλούσε για 5000 τίτλους σε χαμηλότατες τιμές. Η επίσκεψη στο χώρο του bazaar ήταν από τους λόγους που έδωσαν ώθηση σε αυτό το post. Μέσα σε ένα από τα ωραία νεοκλασσικά του κέντρου, μπαίνεις και απλά βλέπεις στοίβες cd και βιβλίων δεξιά και αριστερά, με μια λίγοτερο της στοιχειώδης ταξινόμηση και, πέραν των προαναφερθέντων 20-30 jazz/soul/blues τίτλων, ένα συνοθύλευμα ελληνοπερίεργων κυκλοφοριών (σκεφτείτε το πιο αδιάφορο album στη δισκογραφία Ελλήνων μουσικών που συμπαθείτε και μάλλον θα το βρείτε εκεί), 50s easy listening, ένα πέρασμα από γνωστούς Έλληνες συνθέτες και μερικά περιοδικά που έδιναν δώρο cd κλασσικής μουσικής. Η κατάσταση στα βιβλία παρόμοια, αλλά αυτό ίσως εξεταστεί κάποια άλλη στιγμή. Κοινώς, αν θέλετε να εμπλουτίσετε την jazz δισκοθήκη σας περάστε μια βόλτα και κάτι θα βρείτε. Μια που προχωρούσα στη Σταδίου, αναγκαστικά πέρασα και από την τελευταία ενσάρκωση του Metropolis. Αν το θέαμα του Ιανού ήταν κάπως απογοητευτικό με κάποιες ενδιαφέρουσε γωνιές, τότε αυτό του Metropolis όρισε νέα επίπεδα θλιβερότητας. Δεν ξέρω τι ακριβώς πήγε στραβά, αν και έχω ακούσει διάφορα, αλλά αυτό το πράγμα που υπάρχει πλέον, είναι μια μαύρη τρύπα που δεν επιτρέπει κανένα ίχνος όρεξης για δισκοβόλτα να ξεφύγει από το βαρυτικό του πεδίο. Κάπως έτσι σε ολόκληρη την Αθήνα έχουν μείνει μόνο τα Public, με το ομολογουμένως ελλιπέστατο μουσικό section τους να αποτελούν την μεγαλύτερη επιλογή αγορά μουσικής. Η δε προσπάθεια για εκμετάλλευση της αύξησης της αγοράς βινυλίου, έχει δημιουργήσει μερικές αστεία αποσπασματικές γωνιές (αν και πότε πότε αποκαλύπτουν θαμμένες μερικές ενδιαφέρουσες επιλογές, π.χ. δεν περίμενα να δω το «Flourish//Perish» των Braids ανάμεσα στα βινύλια Stratovarius και Bob Marley). Για μια ακόμα φορά το μόνο είδος μουσικής για το οποίο μπορείς να ανακαλύψεις αρκετή ποικιλία και ενδιαφέρουσες επιλογές είναι η jazz. Δεν ξέρω πότε αυξήθηκε τόσο πολύ η απήχησή της στο αθηναϊκό κοινό, αλλά ξέρω κάποιους (μεταξύ αυτών και μένα) που δεν θα παραπονεθούν για αυτές τις μικρές, ευχάριστες εκπλήξεις.

Να πάμε και στα μικρά, ανεξάρτητα; Να πάμε. Πάει το Junk, όπως λέει εδώ και καιρό ο Μανώλης, μερικώς αναμενόμενα, σαφώς θλιβερά όμως. Τις προάλλες πέρασα και από το VM, τον τελευταίο καιρό μου φαίνεται ότι έχει μειωθεί αρκετά η ποικιλία του stock του (ειδικά στα cd έχει σχεδόν εξαφανιστεί – μια, κατά τη γνώμη μου, ατυχής προέκταση της βινυλιομανίας της indie κοινότητας), έχουν αυξηθεί ελαφρώς οι τιμές και εκεί που έβρισκα κάθε φορά καμια δεκαριά πράγματα που ήθελα να παρω, τώρα με δυσκολία βρίσκω 2-3 προσφορές (αν σε κάποιον άρεσε, παραδόξως, το «Supreme Balloon», ας περάσει μια βόλτα). Το Rhythm, ίδιο και απαράλλακτο (με τα θετικά του και τα αρνητικά του), τουλάχιστον αποτελεί ένα σημείο αναφοράς. Το νέο παρακλάδι του Dark Side δεν μου έχει κινήσει καν το ενδιαφέρον να μπω μέσα, ενώ για τα 2-3 σκόρπια δισκοπωλεία που ασχολούνται κυρίως με παλαιότερες μουσικές εποχές, θα ήθελα πραγματικά να μάθω πώς τα πάνε. Στο Attraktor έχω καιρό να πάω και, αν και αναγνωρίζω τη γοητεία του, πλέον δεν με ελκύει τόσο η συλλεκτική πλευρά του θέματος. Ξεχνάω κάτι άλλο; Το Μοναστηράκι είναι νεκρό εδώ και καιρό απο ποιότητα (άντε το Crossroads παλεύει ελαφρώς ακόμα), τα παζάρια δίσκων διαιωνίζουν την θλιβερότητα της ατμόσφαιρας (μα τι 60ε βινύλιο Σάννυ Μπαλτζή). Το μέλλον ίσως να είναι στα mail order (η πορεία της CTS είναι αρκετά ενθαρρυντική), αλλά το internet και η ελευθερία που παρέχει δεν είναι ποτέ το ίδιο. Αν κάποιος ξέρει κάτι που μου διαφεύγει, ας κάνει τον κόπο να ρίξει μια ενημέρωση. Μάλλον είναι ώρα η αποχή των τελευταίων χρόνων να διορθωθεί.

Τι κάνουμε εμείς; Δεν ξέρω, γενικά δεν ξέρω τι κάνουμε τον τελευταίο καιρό, πόσο μάλλον για το μέλλον της μουσικής βιομηχανίας. Στηρίζουμε ελαφρώς τη φάση, όσο μπορούμε, γκρινιάζουμε, συζητάμε και, τελικώς, παραμένουμε θεατές (ή έστω πελάτες). Θα μου πείτε εδώ κλείνουν τα Music Exchange στο Λονδίνο, η κατάσταση στην Αθήνα σε ξαφνιάζει; Δεν με ξαφνιάζει, αλλά συνεχίζει να με χαλάει κάπως. Strange days indeed. Εδώ ο κόσμος χάνεται και μεις ασχολούμαστε με τις εμμονές μας. Ίσως υγιές, ίσως ανούσιο. Σίγουρα ώρα να τελειώσουμε. Προς το παρόν ψάχνουμε την πρώτη κυκλοφορία της νέας χρονιάς.

~ από KsDms στο 8 Ιανουαρίου, 2014.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: