steps and pages
Τα παλιά τα χρόνια, τότε που ήμουν μικρός και αθώος (όχι ότι τώρα είμαι πολύ λιγότερο μικρός ή πολύ λιγότερο αθώος), δεν άντεχα τις βιογραφίες. Ίσως γιατί τις είχα συνδέσει με την Ιστορία που σιχαινόμουν (και ακόμα αντιπαθώ σφόδρα), ίσως γιατί οι τότε λογοτεχνικές μου ανησυχίες κινούνταν σε εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις. Να πούμε την αλήθεια η πρώτη μου απόπειρα (μια βιογραφία του Ναπολέοντα) δεν βοήθησε και ιδιαίτερα. Μην τα ρωτάτε, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Προφανώς μου φάνηκε καλή ιδέα για κάποιο απροσδιόριστο λόγο. Ας το αφήσουμε για τώρα. Τα τελευταία χρόνια που λέτε, έχω αρχίσει να αναθεωρώ τις απόψεις μου σχετικά με τις βιογραφίες (και αυτοβιογραφίες), καθώς οι ωραίες εξ αυτών λένε εξίσου ενδιαφέρουσες ιστορίες με αυτές των πιο ευφάνταστων μυθιστορημάτων.
Είχα αρκετό καιρό να πιάσω βιβλίο στα χέρια μου, οι διακοπές των Χριστουγέννων αναλώθηκαν σε άλλες, εξίσου ευχάριστες ασχολίες. Με τα χίλια ζόρια τέλειωσα το “May contain traces of magic” του Tom Holt, στριμωγμένος στα ανεκδιήγητα καθίσματα ενός αεροπλάνου της EasyJet, αλλά τελικά δεν αποδείχτηκε όσο ενδιαφέρον φάνηκε στην αρχή. Τις τελευταίες ημέρες λοιπόν, αποφάσισα να αρχίσω να αφιερώνω και λίγο χρόνο σε όλα αυτά τα βιβλία που είχαν μείνει στην άκρη, περιμένοντας υπομονετικά τη σειρά τους. Την κούρσα κέρδισε με σχετική άνεση το “Moab is my washpot”, το πρώτο μέρος της αυτοβιογραφίας του Stephen Fry (έχω εκφράσει πολλάκις την αγάπη μου προς το πρόσωπό του νομίζω). Το πόσο όμορφο λόγο έχει ο ίδιος ο Fry, νομίζω το ξέρουν οι περισσότεροι. Το πόσο ενδιαφέρον έχει να συγκρίνεις τις αναμνήσεις μιας μεσοαστικής παιδικής ηλικίας στην Ελλάδα του ’90 με αυτή μιας μεσοαστικής παιδικής ηλικίας στη Μ. Βρετανία της δεκαετίας του ’70, εξαρτάται από την ψυχοσύνθεση του καθενός. Για να πω την αλήθεια δεν ξέρω ακριβώς την θέση μου στην ταξική ανάλυση της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας, υποθέτω ότι ανήκω οικονομικά, ακαδημαϊκά και κοινωνικά κάπου στα ευρύτερα στρώματα της συγκεκριμένης κατηγορίας. Η ταξική μου συνείδηση ποτέ δεν ήταν ιδιαιτέρως αναπτυγμένη, ώστε να μπορώ να κατανοήσω με σιγουριά τις φαινομενικές διαφορές δυο όχι και τόσο πια απομακρυσμένων (χρονικά, γεωγραφικά και πολιτισμικά) παιδικών ηλικιών. Από την άλλη πλευρά, ίσως οι εμφανείς επιφανειακές διαφορές να κρύβουν επιμελώς τις ακόμα πιο εμφανείς ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στα δυο περιβάλλοντα.
Πολυλογώ όμως και δεν κάνει. Το βιβλίο αυτό τον καιρό φεύγει γρήγορα μια που οι αγαπητοί εργαζόμενοι του μετρό έχουν αποφασίσει να κάνουν τις μετακινήσεις μου αρκετά πιο ενδιαφέρουσες και, κυρίως, αρκετά πιο χρονοβόρες. Δεν θα εξετάσω δίκια και άδικα εδώ πέρα, θα πω όμως ότι αυτές οι απεργίες ήταν μια καλή αφορμή για δυο ωραιότατους περιπάτους στην χειμερινή Αθήνα. Ο πρώτος, σαββατιάτικος, παρέα με ένα καφέ στο χέρι από το Σύνταγμα στο Μεταξουργείο, σε μια ημιάδεια Αθήνα που μάλλον δεν είχε ξυπνήσει ακόμα στις 8 το πρωί. Έκανε την διαδρομή προς τη δουλειά λίγο πιο ανάλαφρη πάντως, έστω και αν οι ματιές τριγύρω δεν έδειξαν κανένα σημάδι βελτίωσης. Ο δεύτερος, απογευματινός, μια Δευτέρα όπου η αγορά ήταν κλειστή και πάλι δεν κυκλοφορούσε πολύς κόσμος στους δρόμους. Η διαδρομή, από την Κουμουνδούρου μέχρι το Σύνταγμα, μέσω Ψυρρή, ήταν επίσης ενδιαφέρουσα από πλευράς παρατηρήσεων, αλλά, δυστυχώς, δεν μπόρεσα να αποφύγω συγκρίσεις ανάμεσα σε γειτονιές που περπατήσαμε τα Χριστούγεννα. Κάποια στιγμή πρέπει να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση για το τι έχει πάει στραβά. Μου τη δίνει να το παίζω υπερασπιστής μιας πόλης που αντιπαθώ αρκετά (κυρίως λόγω των κατοίκων της για να πω την αλήθεια), αλλά αν κοιτάξεις δεξιά και αριστερά θα δεις αρκετές ενδιαφέρουσες γωνιές, οι οποίες όμως χάνονται μέσα σε μια γενική γκριζάδα, που δεν θα είναι ποτέ όσο κοσμοπολίτικη και cool, όσο αυτή των πιο βόρειων συγγενών της.
Το δεύτερο καλό των αργών, μποτιλιαρισμένων και στριμωγμένων διαδρομών με λεωφορεία αλλά και των αφηρημένων περιπάτων είναι ότι άρχισα να αναπληρώνω και το χαμένο χρόνο στις μουσικές μας. Οι λίστες πέρασαν, αφού για να μπούμε στο κλίμα μέχρι και το Sonik αγόρασα για να χαζέψω την μουσική-χρονιά-2012. Είδα ότι το “Seer” έκανε και εκεί αισθητή την παρουσία του, υπήρξαν μερικές ευχάριστες εκπλήξεις, γέλασα αρκετά με κάποιες λίστες και ακόμα δεν έχω προλάβει να το διαβάσω προσεκτικά. Σε κάθε περίπτωση αυτά ακριβώς που μας κάνουν να αγαπάμε τα γενικού είδους και ενδιαφέροντος τοπ σαμθινγκς. Με μικρή απογοήτευση διαπίστωσα, αργά όπως πάντα, ότι πέρυσι είχαν βγάλει δίσκο οι papercutz: (“The blur between us”) αλλά και η Lucretia Dalt (“Commotus”). Μάλλον δεν θα είχαν βρει τη θέση τους στην εικοσάδα έτσι και αλλιώς, αλλά και τα δυο είναι ομορφότατα album. Άκουσα επιτέλους και το “Truant/Rough Sleeper” του Burial, μου άρεσε, συνεχίζω να νοσταλγώ τις πιο ατμοσφαιρικές περιπλανήσεις των Burial/Untrue, να εκνευρίζομαι ελαφρώς με τα συνεχιζόμενα εφτάρια/δωδεκάρια/κλπ, αλλά και να παραδέχομαι ότι και οι πιο δαιδαλώδεις διαδρομές των τελευταίων χρόνων του ταιριάζουν αρκετά (ειδικά στο “Rough Sleeper”). Η μεγαλύτερη παράλειψη του 2012-μουσική-χρονιά ήταν σίγουρα το “New Myth/Old Science” των Living By Lanterns (μάζωξης μερικών από τα πιο in&cool ονομάτων της σύγχρονης free jazz). Θέλετε σύγχρονη jazz για το καλό κρασί σας και τις φιλοσοφικές συζητήσεις κάθε Σάββατο βράδυ με την παρέα σας; Εδώ είστε. Θέλετε κάτι να συνοδεύει τις αναγνώσεις παιχνιδιάρικων (αυτό)βιογραφιών ενώ είστε ξαπλωμένοι στον καναπέ του γραφείου σας παρέα με μια κουβέρτα; Εδώ είστε. Θέλετε να χαθείτε στους διαλόγους των μουσικών που απαρτίζουν ένα jazz ensemble; Μαντέψτε! Θέλω να πιστεύω ότι ήδη έχει αρχίσει να ψάχνετε.
Μέχρι στιγμής φέτος δεν είχαμε καμιά βαρύγδουπη κυκλοφορία, αλλά είναι και νωρίς ακόμα. Ίσως θα μπορούσε να ενταχθεί στην κατηγορία το “Centralia” των Mountains, σίγουρα το αξίζει από ποιοτικής πλευράς, αλλά δεν θα κρατούσα και την ανάσα μου περιμένοντας να κυκλοφορήσει. Ίσως και να προτιμώ λίγο περισσότερο τις προσωπικές δουλειές του Koen Holtkamp, ο οποίος μάλιστα είχε βγάλει και ένα πολύ ωραίο 12’’ με τον Chris Forsyth πέρυσι (“Early Astral”). Μαζεύονται και άλλα σιγά σιγά, βλέπω ότι και οι Esben and the Witch έβγαλαν καινούριο, το οποίο ανυπομονώ να ακούω παρά τις μετριότατες κριτικές.
Μαθαίνω ότι και αύριο απεργία. Ευκαιρία για νέες διαδρομές ή απλά μια ακόμα σελίδα εκνευρισμού στην ύπαρξή μας; Λίγο και από τα δυο μάλλον. Ποιος είπε ότι η γκριζάδα περιορίζεται μόνο στο εξωτερικό περιβάλλον. Ελπίζω ότι θα καταφέρω να τελειώσω τις περιπέτειες του νεαρού Fry αύριο γιατί έχει πολύ πράγμα ακόμα για διάβασμα. Επίσης μια που είμαστε στην γειτονιά, να θυμηθώ ότι κάποια στιγμή θέλω να αγοράσω και το “The world of Jeeves” του P. G. Wodehouse. Ας το παραδεχτούμε ότι ούτε αύριο θέλουμε να πάμε σχολείο.