expanding the vision

Είναι πραγματικά δύσκολο να μην συμπαθήσεις τον Mika Rättö. Circle, Kuusumun Profeetta, Omfalos Renaissance, αλλά η αφορμή για το σημερινό post είναι η συμβολή του στη δημιουργία των Eleanoora Rosenholm. Συνδυάστε μαζί με αυτό και το ζεστό σπιτικό της Fonal και καταλαβαίνετε μερικούς από τους λόγους που τους πήρα από την αρχή με καλό μάτι. Τα δυο εξαιρετικά πρώτα album τους, που δεν ξεχνούσαν την ανεξάρτητη παραξενιά τους, ούτε όμως και τις pop ευαισθησίες τους, δεν μπόρεσαν παρά να ενισχύσουν και με το παραπάνω την αρχική, θετική εντύπωση. Ηλεκτρονικοί, synth-pop, μελωδικοί, χαρούμενοι αλλά με ένα σαρδονικό χαμόγελο, παράξενοι και πιασάρικοι. Μέσα σε όλα αυτά, όμως ποτέ δεν ακούγονταν πολύπλοκοι ή υπέρμετρα φιλόδοξοι. Έχω αναφέρει αρκετές φορές εδώ μέσα ότι όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο εκτιμώ την απλότητα στη μουσική και τόσο πιο εύκολο είναι με κουράσουν δημιουργίες στις οποίες οι μουσικοί δείχνουν να ξεφεύγουν μέσα από την ίδια τη φιλοδοξία τους να φτιάξουν κάτι πιο «μεγαλειώδες» ή πιο πλούσιο (το τελευταίο τρανταχτό παράδειγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι το απαράδεκτο «Crown Of Creation» των Lucifer Was). Το «Hyväile Minua Pimeä Tähti» είναι σχεδόν ολόφρεσκο (κυκλοφόρησε πριν κάνα μήνα) και είναι, όπως θα καταλάβατε ήδη, το τρίτο album των Eleanoora Rosenholm. Προς τι όλες αυτές οι εισαγωγές; Αυτός ο δίσκος παρουσιάζει μια σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης για το συγκρότημα και την αφήγηση της ιστορίας της νοικοκυράς-δολοφόνου τους. Όχι τόσο σε ηχητικό επίπεδο, όσο σε νοοτροπία σύνθεσης. Αν και το μουσικό ύφος των Φινλανδών έχει παραμείνει στα γνώριμά τους πεδία (λίγο synth-pop, λίγο electronica, λίγες rock επιρροές και μπόλικη ιδιοσυγκρασία) αλλά εδώ δείχνουν φιλοδοξία να φτιάξουν κάτι παραπάνω από ένα pop δίσκο. Υπό κανονικές συνθήκες αυτό θα μου δημιουργούσε μια αρνητική προδιάθεση, αλλά οι πρώτες ακροάσεις ήταν τόσο ενθαρρυντικές, που έκαναν οποιεσδήποτε αμφιβολίες να εξαφανιστούν αμέσως σαν καπνός σε χειμερινό φινλανδικό αεράκι.

Η κυριότερη διαφορά του «Hyväile…» με τους προκατόχους του είναι στις ενορχηστρώσεις των κομματιών. Εκεί που οι προηγούμενοι βασίζονταν σε αρκετά απλές και σαφέστατα pop δομές, εδώ οι Eleanoora Rosenholm, εμπλουτίζουν τα κομμάτια τους με μπόλικα background στοιχεία (φωνές, πνευστά, έγχορδα), μεταμορφώνοντας τη μουσική τους σε ένα ισόποσο μίγμα soundtrack-ικής ορχηστρικής μουσικής και ηλεκτρονικού pop/rock. Η δουλειά που έχει γίνει ειδικά στα χορωδιακά δεύτερα φωνητικά έκανε ακόμα και μένα, που γενικά δεν πολυσυμπαθώ τέτοιες πρακτικές, να μείνω με ανοιχτό το στόμα. Όλα αυτά συνεισφέρουν και στο να δημιουργήσουν μια ατμόσφαιρα πιο σοβαρά σκοτεινή από τα δυο πρώτα album, όπου κυριαρχούσε αρκετά περισσότερο και το ειρωνικό στοιχείο. Το πόσο σημαντικό (ειδικά για μένα) είναι ότι κατάφεραν να κάνουν κάτι τέτοιο χωρίς να ξεφύγουν σε σοβαροφανείς χαζομάρες είναι δύσκολο να περιγραφεί και αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που έχω φάει τρομερό κόλλημα με το δίσκο αυτές τις μέρες. Όλος ο δίσκος για μένα χτιζεται γύρω από την κεντρική δοκό του «Puoli päivää Firenzestä itään» που αποτελεί το πιο όμορφο κομμάτι του δίσκου και αυτό που μάλλον συγκεντρώνει τα περισσότερα στοιχεία που τον απαρτίζουν, ενώ το αμέσως προηγούμενο, «Pimeä tähti» πιθανότατα θα έκανε και τους Delerium να ζηλέψουν αρκετά. Επίσης αξίζει να σημειωθεί πόσο ελκυστικό έχουν καταφέρει να κάνουν ένα αρκετά 80s ήχο που όμως παρουσιάζεται μέσα από μια σαφώς νέας χιλιετίας οπτική. Άσε που σε αυτό το δίσκο ακόμα και μια μυρωδιά από Circle θα πάρετε, οπότε καταλαβαίνετε ότι όλα τα στοιχήματα σταματάνε γιατί κανένας δεν ξέρει τι μπορεί να εμφανιστεί στην επόμενη γωνία. Τι ωραία που θα ήταν αν περισσότερα soundtrack λειτουργούσαν με τον τρόπο των Φινλανδών. Ξέρουν όχι απλά να λένε την ιστορία τους, αλλά να την κάνουν και αναπόσπαστο κομμάτι της μουσικής και αυτό δεν είναι πολύ εύκολο πράγμα, ειδικά όταν η ιστορία φαίνεται να έχει τόσες πολλές μεταπτώσεις στη διάθεσή της ακόμα και μέσα στα ίδια τα τραγούδια.

Το «Hyväile Minua Pimeä Tähti» είναι, από όποια πλευρά και αν το εξετάσω, ένα ΜΕΓΑΛΟ album. Και είναι μεγάλο, κυρίως γιατί ενώ έχει φιλοδοξίες στο να εμπλουτίσει το μουσικό του περιεχόμενο, δεν έχει ούτε φιλοδοξία, ούτε άγχος στο να αναγνωριστεί ως μεγάλο album. Αυτό του δείνει μια ανέμελη άνεση που το κάνει ακόμα πιο γοητευτικό. Βοηθάει βέβαια και το γεγονός ότι είναι τρελοί αυτοί οι Φινλανδοί και ότι έχουν και ένα μαέστρο όπως τον Rättö (ο οποίος ακόμα συνθέτει, αν και δεν αποτελεί πλήρες μέρος του συγκροτήματος, αν δεν κάνω μεγάλο λάθος) να σέρνει το χωρό από τα παρασκήνια. Αν και παλεύει με το «Mort Aux Vaches» των Broderick/Machinefabriek (το οποίο βρίσκεται σχεδόν στο άλλο άκρο) για δίσκος του μήνα, είμαι σίγουρος ότι και θα συνεχίσουν οι συνεχείς ακροάσεις και ότι θα το ξαναβρούμε μπροστά μας εκεί κατά το Δεκέμβριο. Ποιος είπε ότι πέθαναν οι ιστορίες;

~ από KsDms στο 20 Απριλίου, 2011.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: