the heart of forever

Πάνε ακόμα μερικές πασχαλιάτικες διακοπές. Δηλαδή όχι ακριβώς αλλά πλέον είμαστε στα σύνορα της μετα-διακοπικής κυριακίτιδας και ας είναι Σάββατο. Όμως δεν έχω παράπονο. Έστω και αν μείναμε εντός των συνόρων της αγαπημένης μας Αθήνας, οι διακοπές ήταν έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Ίσες ποσότητες σαπισμένης ξεκούρασης και ξενυχτισμένου κραιπαλιάσματος, φίλοι και μοναξιές. Ωραία πράγματα γενικώς. Από την άλλη πλευρά στο συλλογικό κεφάλι του Sonic Death Monkey φορτώνται και άλλες σκοτούρες και έτσι μερικές φορές παρατούμε αυτό εδώ το μέρος να βολοδέρνει μόνο του. Ίσως βέβαια να μην είχαμε και κάτι σημαντικό να πούμε, όπως δεν έχω τώρα εγώ κάτι σημαντικό να πω, πέρα από τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών. Τα οποία, ας είμαστε και ειλικρινείς, δεν ήταν και τόσο σημαντικά για οποιονδήποτε πέραν ημών. Επίσης μπορώ να χρησιμοποιήσω μερικές ακόμα φορές τη λέξη «σημαντικά» ώστε να καταστήσω ακόμα πιο κουραστικό το συγκεκριμένο κείμενο.

Η Αθήνα το Πάσχα κερδίζει κάτι από την δεκαπενταυγουστιάτικη αίγλη της (ίσως και την υπερκερνά καθώς οι τουρίστες είναι σημαντικώς λιγότεροι). Πριν μερικές μέρες, κατεβαίνοντας στην Αθήνα για κάποιες δουλειές, θυμήθηκα την απόλαυση του περπατήματος στους δρόμους της, κάτι που επαναλήφθηκε λίγο αργότερα την ίδια μέρα, ψάχνωντας με τον Μανώλη θήκες για δίσκους (φυσικά και δεν καταφέραμε να βρούμε). Οι γειτονιές της Αθήνας μπορεί να είναι άσχημες αλλά η διάβαση ανάμεσά τους μπορεί να είναι απολαυστική εμπειρία. Στην πρώτη βόλτα παρέα μου έκανε το «Still Some Light» του Bill Fay. Όπως φαίνεται είναι ακόμα από μια σειρά ημι-άγνωστων/underground/»cult»/πείτε το όπως θέλετε folk τραγουδιστών από τα late 60s/early 70s που αποκτούν μια δεύτερη ευκαιρία και μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα στη σύγχρονη εποχή μέσω των περισσότερων γνωστών παιδιών και εγγονιών τους. Στην περίπτωση του Fay, ο μοχλός επαναφοράς ήταν ο David Tibet. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση νομίζω ότι άξιζε τον κόπο. Το διπλό album χωρίζεται ανάμεσα σε παλιές ηχογραφήσεις και ένα καινούριο album και όσο πρόλαβα να ακούσω (αφού τα 43 κομμάτια του καθιστούν μια πλήρη ακρόασή του αρκετά δύσκολη) μου φάνηκε ιδιαιτέρως γοητευτικό με την μίξη του ανάμεσα σε Dylan-ικές αναφορές και πιο rock (ίσως και prog) καταβολές. Να το ακούσετε πάντως γιατί αξίζει. Από τα υπόλοιπα που άκουσα τις τελευταίες μέρες ξεχώρισα τα φετινά album των aAirial και Richard Skelton, αλλά για να πω την αλήθεια δεν ήμουν πολύ συγκεντρωμένος σε καινούριες μουσικές. Επίδραση της άνοιξης ίσως. Έχουν μεταφερθεί τα πάντα στο mp3 player πάντως, οπότε τις επόμενες μέρες θα πέσει αυστηρή μελέτη που θα βοηθήσει στην επανένταξη στο εργασιακό περιβάλλον.

Τουλάχιστον ρίχνω διάβασμα τις τελευταίες μέρες κάτι που είχα καιρό να κάνω σε τέτοιες ποσότητες και χαίρομαι για το πόσο καλό είναι το «Juliet, Naked». Μετά την ελαφρά απογοήτευση που προκάλεσε το «Slam», το «Juliet, Naked» είναι μια επιστροφή στις παλιές καλές εποχές και στον παλιό, καλό Hornby που αγαπάμε. Νομίζω πως αυτά τα νέα μας αρκούν για τώρα. Περισσότερη έμπνευση και περισσότερο ενδιαφέρον από αύριο.

~ από KsDms στο 10 Απριλίου, 2010.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: