now what?

Δεν ήξερα στα αλήθεια γιατί ήμουν εκεί. Ούτε έτσι το είχα φανταστεί. Το είχα φανταστεί, αλλά όχι έτσι, αλλιώς. Αλλιώς το είχα φανταστεί. Το είχα φανταστεί να είναι χιονισμένα, κρύα, να σπρώχνω φύλλα έλατου για να περάσω, να φοράω τις παλιές μου μπότες που τόσο ήθελαν να πάνε εκεί όταν νέες ήταν ακόμα, να είμαι στα πρόθυρα του γενναίου γλιστρήματος, να καπνίζω νωχελικά το παραγεμισμένο μου τσιμπούκι, να κοιτάω το απέραντο κάτι, και ο νυχτερινός ουρανός να είναι πράσινος επειδή βόρειο σέλας. Πράσινο και επιβλητικό, όπως το είχα δει στην τηλεόραση μικρός και στο ίδρυμα μείζονος ελληνισμού σε μια αστρονομική παρουσίαση. Δεν θυμάμαι αν επρόκειτο για το βόρειο σέλας ακριβώς, ήμουν μικρός και βαριόσασταν να πάμε για μπάλα, θέλατε final fantasy 7 και καινούργιο playstation 1 με εφαρμοστό αυτοκόλλητο, και εγώ πήγα να δω τα άστρα σε 3D. Και μια μέρα θα πήγαινα εκεί, και όσο περνούσαν τα χρόνια, “θα πήγαινα” για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά. Και κάθε φορά θα ήταν αλλιώς. Τελικά φορούσα ένα πράσινο σορτς κάπως φαρδύ, είχε λιακάδα και καλοκαίρι καλό, ο ουρανός ήταν γαλανός και κάπνιζα κάτι τσιγάρα με γεύση χαμομήλι ή φασκόμηλο, και σίγουρα πίσσα 30, από Ινδία, νικοτίνη δεν είδα γιατί τρόμαξα. Έφερνε μια ζαλάδα αυτός ο καπνός, γιατί ήταν σαν να καπνίζεις το αφρόλουτρο της γιαγιάς, τα έπιπλα, τις παλιές φωτογραφίες, τα ραγισμένα φλιτζάνια και τα λινά τραπεζομάντιλα “τα καλά που είχαμε στον γάμο”. Αν θες, κάνε και αλλιώς, αναγνώστη. Τρως ή καπνίζεις το τραπεζομάντιλο. Δική σου η επιλογή, διότι διατηρείς και επιλογές. Σε ένα τέτοιο μοτίβο λοιπόν, τίποτα από όσα είχα ονειρευτεί δεν ήταν εκεί, και τούμπαλιν, μην γράφω το αντίστροφο, το πιάσατε. Ήταν και λίγο αστραπιαία η κίνηση, δεν σε άφηνε να την μελετήσεις, και αυτό φάνηκε από την αρχή, όταν ένας γεράκος με είπε πραγματικά ηλίθιο. Τον ρώτησα “που μπορώ να βρω ένα χάρτη της πόλης σας;”, για να πάρω την απάντηση “στον κάτω όροφο, στις αναχωρήσεις, πας εκεί στη σκάλα, εκεί που σου δείχνω, έχει μέσα ένα μαγαζί που πουλάει χάρτες, θα είσαι πραγματικά ηλίθιος αν δεν το βρεις”. Και εγώ το βρήκα, όχι επειδή χρειαζόμουν τον χάρτητηςπόληςτους τόσο απεγνωσμένα, αλλά επειδή -μαντέψτε- δεν ήθελα να νιώσω πραγματικά ηλίθιος. Είχα και τα παλιά μου τσιγάρα ακόμα, και το γιόρτασα με την καύση ενός εκ των θαρρώ επτά (;) που περίμεναν καρτερικά στο κλουβί τους την ταρκοφσκική τους θυσία. Η ουσία είναι εξής, αλλιώς το περίμενα, αλλιώς ήταν. Και η σημασία είναι στο πως ήταν, όχι στο τι περίμενα εγώ. Τρία χρόνια νωρίτερα, σε ένα δισκάδικο του Βερολίνου είχα απαγάγει το Let them Eat Cake” επειδή ήξερα πως είναι η καλύτερη στιγμή της πορείας των Motorpsycho. Ένα χρόνο νωρίτερα, ένας Κώστας με είχε αναγκάσει επιθετικά να αγοράσω το A Livingroom Hush” των Jaga Jazzist. Στην Ελλάδα αυτό. Meanwhile, ξανά Εκεί. Τα σπίτια ήταν ωραία, και τα βουνά ωραιότερα. Δεν ήταν καλοκαιρινός περίπατος αυτό που ποθούσα σε εκείνα, αλλά αυτός ήταν υπέροχος. Αν υποθέσω πως τα τελευταία τσιγάρα πριν τον Χαμόμηλο μπορούσαν να συζητήσουν μεταξύ τους, θα έλεγαν σίγουρα πόσο γουστάρουν που πεθαίνουν σε αυτό το μέρος. Γιατί είναι ένα μέρος ήρεμο, που του αξίζει να γεννηθείς, να ζήσεις και να πεθάνεις εκεί. Δεν ξέρω ωστόσο, αν αξίζει σε εσένα, φίλε αναγνώστη, να γεννηθείς, ζήσεις και πεθάνεις εκεί. Σημασία όμως δεν έχει αυτό. Σημασία έχει να βρούμε ένα λόγο, και εγώ έψαχνα –φευγαλέα- τον ακριβέστατο λόγο που πατούσα αυτό το χώμα, γιατί ήθελα να ξέρω, ήθελα να ξέρω το πριν και το μετά, ήθελα να ξέρω αν μου άρεσε ή όχι, αν το έπαιρνα εκείνη ακριβώς τη στιγμή τόσο στα σοβαρά όσο θα έπρεπε. Για μερικούς είναι ένα τρίωρο σε ένα αεροπλάνο και τέρμα, για κάποιους άλλους όχι. Ένας μικρός Οντιν προσγειώθηκε στον αριστερό μου ώμο, αν είναι δυνατόν, και μου σφύριξε πως είμαι ένας ψυχαναγκαστικός μαλάκας. Φύσηξα λίγο ξακουστό χαμομήλιο καπνό στην γνήσια ροζενική του απεικόνιση και εξαφανίστηκε τρεκλίζοντας στον βόρειο θερμοπληκτικό ουρανό. Είναι πραγματικά σκληρό όταν η ζωή σε ξεγυμνώνει από τις Δικές Σου παραισθήσεις. Οι Ulver φυσικά και βοήθησαν σε αυτό, όντας αφοπλισμένοι από δεκάδες προβλήματα ήχου, ενώ από το μικροσκοπικό αυτί που διατηρώ στην πλάτη μου άκουγα γνήσια drum ‘n’ bass από κάποια μυστηριώδη πίσω σκηνή. Κάπου νωρίτερα όμως, ο νέος σκοπός μου είχε δώσει τις απαντήσεις μου. Τον Σκοπό σφύριζαν για περίπου πέντε λεπτά οι τρείς Motorpsycho με δύο από τους Jaga Jazzist. Αυτά τα πέντε λεπτά ήρθαν και εξήγησαν κάθε λόγο και ιστορία που φιλαράκι από την Ελλάδα, δεν θα είναι ποτέ όλα όπως τα θες, αλλά ώρες ώρες θα είναι ωραίες οι μαλακίες που θα συμβαίνουν, δεν θα είναι πάντα κακές μαλακίες. Στο τέλος κάθε κειμένου έχουμε συναισθηματικό κλείσιμο με τρείς τελείες να παγιδεύουν κάθε βαρύγδουπή μας φράση, είτε βωμολοχία. Μαντέψτε! Όι Jaga Jazzist έβγαλαν πριν λίγο καιρό το «One-Armed Bandit», το οποίο γαμάει. Οι Motorpsycho πάλι, έβγαλαν το «Heavy Metal Fruit», το οποίο δέρνει κιόλας. Επομένως, η σημερινή προσφορά λέει πως αν θέλετε να γαμήσετε και να δείρετε, ακούτε αυτές τις δύο μπάντες που σχεδόν είναι μια πια. Εδώ απαντάει ο ένας στον άλλον! Ρωτάνε οι Jaga Jazzist «I have a ghost, now what?» και απαντάνε οι Motorpsycho «Whip that ghost». Και ας προηγείται η απάντηση. Γάμησέ του την Παναγία. Θα μείνεις χωρίς παραισθήσεις, αλλά εκεί είσαι, στο λέμε εμείς, που σου δώσαμε τα πέντε λεπτά σου για φέτος. Του χρόνου πάλι.

~ από kiwiknorr στο 31 Μαρτίου, 2010.

Ένα Σχόλιο to “now what?”

  1. :συγκίνηση: ναιγκαντέμιτ

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: