when stalking in the night, beware of wolves

Αυτό το post ήταν αναμενόμενο και μάλλον αναπόφευκτο, αλλά συνεχίζει να με προβληματίζει έτσι και αλλιώς. Θα πάω καμια πενταετία πίσω, όταν στα τέλη της άνοιξης/αρχές καλοκαιριού του 2004 είχαν αρχίσει να ακούγονται τότε οι πρώτες φήμες περί περιοδείας των Arcturus και επίσκεψης του στη χώρα μας. Ο λόγος για την έναρξη των live; Η αποχώρηση τότε του Garm που ήταν αυτός που βαριόταν να παίζει live, παρά το γεγονός ότι οι άλλοι γουσταραν. Ακόμα και με αυτή τη δικαιολογία, βαθειά μέσα του κανένας δεν πίστευε ότι θα πραγματοποιούταν αυτό το σχέδιο και ότι θα καταλήγαμε να βλέπαμε μπροστά μας τους Arcturus. Όλο το καλοκαίρι, οι φήμες και η ακόλουθη δυσπιστία έδιναν και έπαιρναν, μέχρι που ανακοινώθηκε η ημερομηνία, βγήκαν τα εισιτήρια, κανονίστηκε εκδρομή και ζήσαμε ένα μνημειώδες από όλες τις απόψεις live, το οποίο δεν τολμούσαμε ούτε να ονειρευτούμε άλλη μια πενταετία πιο πριν.

Όταν στις αρχές αυτού του χρόνου ξεκίνησαν παρόμοιες συζητήσεις για του Ulver, ένα συγκρότημα σαφώς λιγότερο live-oriented από ότι οποιαδήποτε ενσάρκωση των Arcturus, είτε λόγω βαρεμάρας, είτε λόγω μουσικής, δεν τις αντιμετώπισα με την ίδια δυσπιστία. Και οι υπόλοιποι το ίδιο πιστεύω. Τα χρόνια έχουν περάσει, το όνομα των Ulver αυτή τη στιγμή πουλάει αρκετά, ώστε να μπορούν να το εκμεταλλευτούν και οι ίδιοι και η βαρεμάρα μπήκε λίγο στην άκρη μέχρι να κανονιστούν μερικές εμφανίσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων προφανώς στην Νορβηγία. Από τη στιγμή που άρχισαν να ανακοινώνονται τα πρώτα live, ήμουν πεπεισμένος ότι θα περνούσαν και από τα μέρη μας. Ας μη γελιόμαστε, στους Ulver και σε μπάντες όπως αυτοί, τα τελευταία χρόνια (ίσως αυτό έχει να κάνει και με την μουσική στροφή των νεότερων ηλικιών), η Ελλάδα είναι σαφώς φιλικότατη και πρόθυμη να ξοδέψει τα ευρώ της. Και πραγματικά, ένα μήνα μετά την εμφάνισή τους στο Queen Elizabeth Hall του Λονδίνου, έκλεισε και η ημερομηνία για το Gagarin 205 της Αθήνας (η σύγκριση των χώρων αφήνεται στη διακριτική σας ευχέρεια). Πριν 2-3 μέρες βρήκα τον εαυτό μου να συγκρίνει την αναμονή για το τότε live των Arcturus, με το τωρινό των Ulver, και να βρίσκει την πρώτη σημαντικά μεγαλύτερη. Με εξέπληξε αρκετά θα έλεγα, γιατί, όσο και αν έχουν περάσει 5 χρόνια, αν τότε ήμουν 22 και τώρα 27, όσο και αν έχω αγαπήσει τους Arcturus και τη μουσική τους, η θέση των Ulver είναι αρκετά έτη φωτός μπροστά (όπως και από οτιδήποτε άλλο έχει περάσει κατά καιρούς από τη δισκοθήκη μου εδώ που τα λέμε). Και όμως, δεν περίμενα τη συναυλία με κομμένη την ανάσα, δεν το σκεφτόμουν συνέχεια μια βδομάδα πριν. Οι υπόλοιπες σκοτούρες που υπάρχουν αυτό τον καιρό, δεν το πολυδικαιολογούν για να πω την αλήθεια. Ο Μανώλης θα πει ότι γέρασα και παραξένεψα, αλλά ούτε αυτό πιστεύω ότι είναι η σωστή εξήγηση (έστω και, μερικώς, ισχύει). Σε μεγάλο βαθμό μάλλον φταίει το γεγονός ότι η σχέση μου με τη συγκεκριμένη μουσική είναι απολύτως προσωπική. Πολύ δύσκολα τη μοιράζομαι σε real-time καταστάσεις, σπάνια θα συζητήσω γι’ αυτή (εκτός από τις φορές που με πιάνει η όρεξη για γράψιμο) και με πολύ λίγους ανθρώπους νιώθω άνετα να τη μοιράζομαι. Αμέσως, αμέσως έχουμε τις περισσότερες συνθήκες που χαρακτηρίζουν το live να μοιάζουν αρνητικές. Από την άλλη πλευρά, ήξερα και ξέρω ακόμα, ότι οι Ulver δεν το έχουν μέσα τους το live. Δεν ξέρω αν ο σκοπός της περιοδείας ήταν καθαρά χρηματικός, ή αν τους δημιουργήθηκε η όρεξη να το δοκιμάσουν και αυτό, αλλά από παλιά ακόμα η μαγεία τους ήταν σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετη με τις δυνατότητες της δημιουργίας που σου δίνει το studio και όχι με τον αυθορμητισμό μιας live εμφάνισης. Δεν λέω ότι η μουσική τους ήταν επιτηδευμένη, αλλά σίγουρα απαιτούσε ησυχία και προσήλωση και όχι καθυστερημένους να φωνάζουν «For the love of god». Ανεξαρτήτως ανησυχιών όμως, το δίλημμα του να πάω στο live ή όχι, δεν το αντιμετώπισα ποτέ στα σοβαρά. Και κάπως έτσι έφτασε και η μέρα του live. Οι προσδοκίες ήταν πολύ μικρές, αλλά η ελπίδα του να δω μπροστά μου κάτι που θα μου άλλαζε για μια ακόμα φορά τη σχέση με τη μουσική (όπως τότε που είχα ακούσει το «Kveldssanger» πρώτη φορά) υπήρχε. Πάντα ελπίζεις ότι θα σε εκπλήξουν θετικά οι αγάπες σου άλλωστε, έτσι δεν είναι;

Κάπου εδώ θα αποκαλύψω το δολοφόνο για να μην υπάρχει αγωνία για τη συνέχεια. Το live των Ulver σίγουρα δεν μου άλλαξε τη ζωή, σίγουρα δεν μου άλλαξε τη σχέση με τη μουσική, σίγουρα δεν με οδήγησε σε υπερβατικές καταστάσεις, αλλά από την άλλη σίγουρα δεν με έκανε και να βρίζω (πολύ). Οι Ulver ως Ulver δεν ήταν μακριά από αυτό που είχα φανταστεί και από αυτό που δουλεύαμε και μεταξύ μας στην αρχή της συναυλίας. Μια μίξη bored και uncomfortable στο μεγαλύτερο κομμάτι θα έλεγα. Δεν φαίνονταν να γούσταραν (οι περισσότεροι), δεν φαίνονταν να ένιωθαν άνετα στη σκηνή και σίγουρα δεν έδειχνε να τους παρασύρει η μουσική τους. Αυτό το τελευταίο ήταν και αυτό που με έκανε να νιώσω ότι μπροστά μας δεν είχαμε κάτι το μαγικό. Συνειδητοποιώ ότι μάλλον θα είμαι στην μειοψηφία, αλλά αυτό δεν με κάνει να αλλάζω τη γνώμη μου. Η αρχή με το «Little Blue Birds» ήταν ελπιδοφόρα, παρά τη βαβουριάρικη μπασαδούρα του ήχου αλλά κάπου στη συνεχεία χάθηκε λίγο η μπάλα. Τα τραγούδια του «Shadow Of The Sun» ήταν ωραία αλλά δεν πλησίαζαν το μεγαλείο του δίσκου, τα του «Blood Inside» ήταν κάπως awkward, το «Porn Piece» το κατάσφαξαν και πραγματικά λυπήθηκα για το ότι δεν σεβάστηκαν ούτε οι ίδιοι ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έχουν γράψει, το «Rock Massif» έλαμψε περισσότερο από ότι στον ίδιο το δίσκο, η επιλογή του να παίξουν τρια λεπτά από τον καλύτερο δίσκο όλων των εποχών, αν και όμορφη, ήταν άσκοπη (καλύτερα να μην παίζανε τίποτα, αφού δεν βγήκαν να παίξουν το «Proverbs of Hell» να τα διαλύσουν όλα). Στις υπόλοιπες καλές στιγμές βάζω το «Hallways Of Always» το οποίο έπιασε λίγη από την ατμόσφαιρα του «Perdition City», ενώ χρειάστηκε να περιμένουμε μέχρι το τέλος της συναυλίας για να ζήσουμε κάτι πραγματικά συγκλονιστικό με την ανάμιξη του «Like Music» και του «Not Saved», που ήταν πραγματικά κάτι το ανώτερο. Η έκπληξη στο τέλος που προλόγισε ο κύριος Rygg; Μια live εκτέλεση του «Kapitel I» με τους Order of the Ebon Hand (αν δεν κάνω τραγικό λάθος), τον φίλο Kristoffer να διαβάζει τους στίχους από σκονάκι, αλλά την ατμόσφαιρα να είναι άκρως συγκινητική, έστω και αν υπήρχαν πηθικίζουσες συμπεριφορές σε αρκετά σημεία. Αν και μπορώ να φανταστώ το λόγο γι’ αυτό το «δωράκι», με έκανε να χαμογελάσω αρκετά πλατιά και γι’ αυτό το βάζω στα πολύ θετικά. Από τους ίδιους του Ulver, ο Garm ελεεινά βαριεστημένος, αλλά τι-φωναρα-ρε-πούστη, καλύτεροι οι Sullivan και Pedersen (προφανώς), και οι υπόλοιποι μάλλον περίμεναν να περάσει η ώρα να τελειώσουν. Μιλώντας για ώρα, αναμένοντας ότι δεν θα πιάσουν καν την ώρα, δεν με απογοήτευσαν τα 55 λεπτά που έπαιξαν, και εκπλήσσομαι που διαβάζω γι’ αυτό εδώ και εκεί. Δεν νομίζω ότι ο κόσμος περίμενε κάτι διαφορετικό, ήξεραν τι είχαν απέναντί τους. Σε γενικές γραμμές, ένα μέτριο live με μεγαλειώδεις εκλάμψεις και μια συνειδητοποίηση ότι οι Ulver πάντα θα ακούγονται πιο μαγικοί στο δωμάτιό μου, παρά σε οποιοδήποτε άλλο χώρο. Θα μου επιτρέψετε να τους κρατήσω δικούς μου και να τους μοιραζομαι μόνο με αυτούς που θέλω εγώ. Είναι μόνο δικοί μου οι Ulver κύριοι! Όπως υποθέτω ότι ειναι και μόνο δικοί σας. Πρέπει να μάθετε μερικές φορές ότι κάποια πράγματα δεν είναι και πολύ καλό να τα μοιραζόμαστε με πολλούς.

Η βραδιά βέβαια δεν τέλειωσε εκεί. Ο έτερος κρητικός της παρέας είχε εκδηλώσει επιθυμία για σεξκαιροκνρολκαιμπειμπιγκαντιζντεντ, οπότε αφήσαμε πίσω το Gagarin και κατευθυνθήκαμε, αποφεύγοντας μπάτσους και Έλληνες οδηγούς, προς το Αν όπου ελπίζαμε ότι θα είχαν τελειώσει οι 1000Mods και οι Vibratore Bizarro (no offence meant αλλά ήμανε υπερβολικά κουρασμένος για να δω πράγματα που δεν με τρελαίνου για 4η φορά) για να δούμε Nightstalker. Βλέποντας κόσμο ακόμα έξω από το An και μη έχοντας κάποια στοιχεία ότι αναμένεται να ξεκινήσουν οι Nightstalker άμεσα, αράξαμε σε γνωστό, αγαπησιάρικο τυροπιτάδικο δίπλα στο Αν για μπύρα και κους κους. Αγνοήσαμε κάποιες φήμες περί κακού χαμού μέσα στο An, το παίξαμε θαραλλέοι, πληρώσαμε το εισιτήριό μας και εισχωρήσαμε στα άδυτα του club που αγαπάμε να μισούμε αλλά συνέχεια εκεί καταλήγουμε. Είχα πάρα πολύ καιρό να δω το An τόσο γεμάτο και τόσο αποπνικτικό. Μετά και τη χθεσινή βραδιά, πραγματικά θεωρώ εγκληματικό το ότι τόσο καιρό δεν έχει γίνει κάτι για τον εξαερισμό του. Μέσα σε δέκα λεπτά, είχαμε ιδρώσει, μας ενοχλούσαν τα μάτια μας, μας είχε πιάσει πονοκέφαλος και υπνηλία και γενικά είχαμε αρχίσει να λυπούμαστε τον εαυτό μας. Επίσης δεν βλέπαμε και πολλά πράγματα από τη σκηνή, αλλά δεν νομίζω ότι μας ένοιαζε και πάρα πολύ, αν η ατμόσφαιρα ήταν υποφερτή. Κάπου εκεί ξεκίνησαν και οι ‘Stalker, οι οποίοι στα 5-6 τραγούδια που προλάβαμε να δούμε τα ισοπέδωσαν όλα. Και παρά το γεγονός ότι είχαν σαφώς πιο εύκολο κοινό (όπως είπε και ο Μάνος) και πιο εύκολα μουσικό όραμα, αλλά δεν μπορούσα να μη συγκρίνω στο μυαλό μου, ένα συγκρότημα που έχει το live στο αίμα της και μιας που απο σπόντα βρέθηκε να παίζει live. Και ας είναι η δεύτερη δεκαεφτά εκατομμύρια φορές πιο σημαντική για τη σχέση μου με τη μουσική. Μετά από ένα εικοσάλεπτο όμως, ακόμα και ο μεγαλύτερος φαν των Nightstalker έφυγε τρέχοντας προς πιο φιλικά και πιο γευστικά κλίματα.

Η αλήθεια είναι οτι την ευχαριστήθηκα τη χθεσινή νύχτα και ας μην απέδωσε όσα θα θέλαμε. Είδαμε συναυλίες με φίλους και γνωστούς, κουτσομπολέψαμε αρκετά, ήπιαμε τις μπύρες, είπαμε τα προσωπικά μας και σε γενικές γραμμές περάσαμε καλά, έστω και αν κουραστήκαμε. Δεν ξέρω πως θα θυμόμαστε τη συναυλία των Ulver μετά από μια δεκαετία ή όταν θα την διηγούμαστε στα παιδιά μας, αλλά σήμερα σίγουρα τη θυμάμαι με χαμόγελο, το οποίο μπορεί να μην είναι τόσο πλατύ όσο θα ήθελα βέβαια, αλλά θα το έχουμε να το θυμόμαστε.

~ από KsDms στο 15 Νοεμβρίου, 2009.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: