DC:01
έλα τασούλα, εγώ είμαι, θέλω να σου πω ότι δεν μπορώ να σε βγάλω από το κεφάλι μου και σε θέλω ακόμα, δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση, δεν μπορώ να σε βγάλω από το κεφάλι μου, δε γίνεται, δε γίνεται, περπατούσα πριν στη λόντου εκεί που καθόμασταν και πίναμε καφέ και γαμήθηκε η μέρα μου, στα ακουστικά μου έπαιζε το subliminalover, το θυμάσαι το subliminalover; των stevenson ranch davidians; που είχα αγοράσει και ακούγαμε στο αυτοκίνητο ενώ έβρεχε και γυρνούσαμε σπίτι, θυμάσαι; το βράδυ που μου είχες κάνει δώρο-έκπληξη για τα γενέθλιά μου και είχες φιλήσει κατουρημένες ποδιές και βρήκες προσκλήσεις και πήγαμε στο στούντιο στο λαζόπουλο γιατί νόμιζες ότι είμαι από τους ανθρώπους εκείνους που θέλουν να πάνε στο στούντιο στο λαζόπουλο, να με δείχνει η κάμερα να χειροκροτάω όταν μου λένε οι πινακίδες στην οροφή και να γελάω όταν γελάνε οι δίπλα μου, θυμάσαι; είχε εντυπωσιαστεί η μάνα σου, είχε χεστεί από τη χαρά της που πήγαμε και τον είδαμε και -κυρίως- τον ακούσαμε. και το τραγούδι είπες σου άρεσε και σου θύμιζε λίγο τους six by seven που σου είχα γράψει πριν καιρό, ήταν η πρώτη φορά που μίλησες για μουσική και δεν ήθελα να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο με απόγνωση, το ακούγαμε ενώ ίσα-ίσα έβλεπα μπροστά μου μη χτυπήσω κανένα μηχανάκι με τη βροχή και σου έλεγα πως είναι σα να γυρνάμε πιωμένοι ξημερώματα στο χωριό, σα σάββατο ιούλη μήνα, στο δρόμο δίπλα στην παραλία, ήσουν δίπλα μου και ήμουν ευτυχισμένος. τώρα που το σκέφτομαι καλύτερα μάλλον στην τύχη το είπες, για να με κάνεις να σκάσω, από αυτό το βράδυ σου έμειναν μόνο δυο-τρεις χοντροκομένες μαλακίες του λάκη που επαναλάμβανες συνέχεια, παντού. αλλά δε με νοιάζει ρε τασούλα, ειλικρινά δε δίνω μία. αυτό που θέλω να πω είναι πως σ’αγαπάω γαμώτο μου και δε με νοιάζει, και στο λάκη ξαναπάω και στη μάνα σου για φαγητό την κυριακή, δε με νοιάζει, δε με πειράζει, εγώ εσένα θέλω και τίποτε άλλο, μ’ακούς ρε τασούλα; πάρε με τασούλα, μην το ξεχάσεις, θυμάσαι που μου έλεγες ότι αν χωρίσουμε θα είμαι σκατά για δυο μέρες και μετά θα είναι σα να μην έγινε τίποτα, θυμάσαι; ε δυο μήνες πέρασαν τασούλα και έγιναν πολλά και εγώ ακόμα σε θέλω τασούλα μου, σκατά, δε θα με πάρεις, πάρε με, σκατά, πάρε με και ό,τι θες από μένα, γυρνάω την άλλη μέρα πίσω, πάρε με, περιμένω.
Ένα Σχόλιο to “DC:01”