hazardous love, resurrection & night raids
Αυτό είναι ένα post που ήθελα να κάνω εδώ και μέρες, αλλά ποτέ δεν έβρισκα τον χρόνο. Δεν ξέρω αν θα το κάνω σωστά και τώρα, μια που υπάρχει πλήρης έλλειψη συγκέντρωσης και μια εκνευριστικά επίμονη νύστα, αλλά αν το αναβάλλω και άλλο δεν πρόκειται να γραφτεί ποτέ.
Έχουν βγει ήδη αρκετά album που έχουν ξεχωρίσει φέτος και περιμένουμε και μπόλικα ακόμα. Αλλά υπάρχουν τρία (ή και δυο μπορεί να πει κανείς) που με έκαναν να σταματήσω και να σκεφτώ «ρε κάτι έχουμε εδώ (ρε)». Θα τα αναφέρω και μαζί γιατί υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, μπόλικες αναλογίες μεταξύ τους. Ίσως όχι στη μουσική, αλλά στην νοοτροπία σύνθεσης και δομής του album.
Και τα τρία ήταν αρκετά μεγάλες εκπλήξεις, όχι γιατί δεν περιμέναμε κάτι εξαιρετικό από τους δημιουργούς τους, αλλά γιατί κατάφεραν να μας παρουσιάσουν κάτι διαφορετικό από αυτό που είχαμε στο μυαλό μας, αλλά και κάτι ακόμα καλύτερο από αυτό που περιμέναμεΓια ποια μιλάμε; Μα φυσικά για τα «The Resurrectionists» και «The Night Raiders» των Crippled Black Phoenix και το «The Hazards Of Love» των Decemberists.
Τα δυο πρώτα χρειάστηκαν πραγματικά πολύ καιρό για να τα αφομοιώσω, να κατανοήσω τι συμβαίνει μέσα τους αλλά και να μπορέσω να σχηματίσω μια ενιαία εικόνα για το τι έχουν κάνει οι Άγγλοι στους διάδοχους του εκπληκτικού «A Love Of Shared Disasters». Καταρχήν, κατάφεραν να φτιάξουν δυο album πιο πλούσια από το προηγούμενο, πιο ποικιλόμορφα, αλλά εξίσου (αν όχι παραπάνω) ποιοτικά. Επιτέλους ακούσαμε το «Burnt Raynolds», εκείνο που μας είχε κολλήσει τα σαγόνια στο πάτωμα στο live τους. Πολύ έξυπνα το έχουν βάλει και πρώτο στο «Resurrectionists» για να μας μπάζει με την πρώτη στο κόλπο. Από εκεί και πέρα, οι CBP αρχίζουν να ξεσαλώνουν. Λίγες post rock μπάντες έχουν καταφέρει να συνδυάσουν τόσα πράγματα μαζί, αλλά και να μην χάσουν τον χαρακτήρα τους. Σαφώς και θα ακούσεται μπόλικο από το γνωστό post rock των Άγγλων εδώ, αλλά θα ακούσετε και μπόλικες Pink Floyd επιρροές (έγραψαν και το δικό τους «Echoes» εδώ με τις νότες του «Time of ye life/Born for nothing/Paranoid arm if narcoleptic empire»), αρκετή ψυχεδέλεια, κάποιες πτυχές των U2, μέχρι και Tom Waits-ικό κομμάτι έχουν γράψει. Γι’ αυτό ακριβώς χρειάζεται τεράστιος χρόνος να καταφέρεις να ακους τα album, χωρίς να χάνεις τη μπάλα. Σ’ αυτό βέβαια βοήθησαν και άπειρες προσεκτικές ακροάσεις σε βραδυνές (και μη) διαδρομές με λεωφορεία, μετρό και άλλα μέσα. Αλλά από την στιγμή που θα περάσεις εκείνο το όριο και θα τα κάνεις δικά σου, δεν υπάρχει περίπτωση να μην μείνεις μαλάκας από την μουσική τους. Δεν ξέρω κατά πόσο η επιλογή να τα κυκλοφορήσουν και τα δυο μαζί, θα αποδειχτεί έξυπνη (ή πετυχημένη) εμπορικά, αλλά το στοίχημα της ποιότητας το κέρδισαν και με το παραπάνω.
Το «Hazards of Love» είναι σαφώς πιο πρόσφατη προσθήκη. Αλλά η τεράστια έκπληξη που προξένησε ήταν και η αφορμή για αυτή τη σύνδεση (και αυτό το post). Για τους Decemberists είχαμε σχηματίσει μια αρκετά σταθερή μουσική εικόνα. Τους μάθαμε με το «Picaresque», εκφραστήκαμε με άναρθρους αλαλαγμούς ενθουσιασμού, ακούσαμε και τα προηγούμενα και τους αγαπήσαμε, τους παρακολουθήσαμε και όταν έβγαλαν το «Crane Wife» που επίσης λατρέψαμε, αλλά η αλήθεια είναι ότι κάποια περίεργα ψήγματα που ακούσαμε εκεί μέσα δεν μας προετοίμασαν γι’ αυτό που έμελλε να ακολουθήσει. Ξεχάστε λοιπόν τα φολκλορικά, τροβαδούρικα παραμύθια που μας έλεγαν μέχρι τώρα οι Decemberists. Τώρα αποφάσισαν να θυμηθούν παιδικά τους απωθημένα μάλλον και πήραν θέση έναρξης, πάτησαν με το ένα πόδι στα 60s και με το άλλο στα 70s, σταθεροποιήθηκαν και ξεκίνησαν τον αγώνα. Σαφώς rock ο χαρακτήρας του album, και μάλιστα rock παλαιότερων εποχών (έστω και αν διατηρούν την αισθητική τους, τόσο ως συγκρότημα, όσο και ως εποχή), με τρόπο όχι πολύ διαφορετικό από τους Σκανδιναβούς αναβιωτές του heavy rock των 70s. Το concept είναι ίσως το μόνο που ακολουθεί το γνώριμο story-telling ύφος των Decemberists. Υπάρχουν σίγουρα και μπόλικες στιγμές που θυμίζουν τα παλιότερα album, αλλά εδώ επέλεξαν να φορέσουν άλλες μάσκες. Οι περισσότερες από αυτές είναι δε από την απέναντι μεριά του Ατλαντικού (σε σχέση με τους Decemberists πάντα!!). British ψυχεδέλεια των 60s; Check! Jethro Tull-ιανοί χοροί; Check! Progressive rock (και μπόλικο hammond); Check! Μπαλαντοειδείς folk-rock μελωδίες; Check! Αλλά αυτό που κάνει το δίσκο να τα σπάει ακόμα περισσότερο είναι τα γυναικεία φωνητικά που μοιράζονται η Becky Stark των Lavender Diamond και η αγαπητή μας Shara Worden των My Brightest Diamond. Τα ξεσπάσματα και οι ερμηνείες αυτών των δυο είναι μάλλον η κορυφαία στιγμή του δίσκου (project της χρονιάς να ακούσουμε live το «The Wanting Comes in Waves/Repaid» – η αλήθεια είναι ότι εδώ μέχρι και Madder Mortem μου θυμίσανε λίγο). Τεράστιο album ρε παιδί μου, τεράστιο.
Οι επόμενες μέρες φιλοδοξούμε να επικεντρωθούνε στην πιο black metal πλευρά της φετινής χρονίας. Και αν το kiwiknorr μίλησε για τα Cobalt και Amesoeurs, νομίζω ότι θα έρθει η ώρα να μιλήσουμε για τις δυο φετινές κυκλοφορίες των Wolves In The Throne Room.
Βρέχει.