cual es la forma que tengo ante tus ojos
Την Κυριακή το βράδυ, στο Planet Music Live τελικά της Αρδηττού (αφού πρώτα είχαν αποκλεισθεί για διάφορους λόγους το Fuzz και το Tiki Athens) πήγαμε και είδαμε το Federico Aubele, έναν περίεργο κάπως Αρζεντίνο που οι περισσότεροι τον έμαθαν είτε από τον Best είτε από τη Nuevo Latino συλλογή του συμπαθούς σωματείου Putumayo.
Για όποιον δεν έχει ιδέα, ο Aubele είναι ένας τύπος που ηχογραφεί πλέον για λογαριασμό της εταιρείας των Thievery Corporation, παίζει ένα περίεργο χαλαρό τανγκοειδές τριπχοπίζων πράμα που είναι ωραίο γενικά. Πιο συγκεκριμένα, πολύ ωραίο για να χαραμίζεται σε lounge συλλογές τρίτης κατηγορίας όπως συμβαίνει. Εδώ που τα λέμε βέβαια, δεν υπάρχει και άλλη κατηγορία για τις lounge συλλογές που βγαίνουν με το κιλό τα τελευταία χρόνια αλλά αυτή είναι μια συζήτηση που α. μπορεί εύκολα να κλείσει με το επιμύθιο «η μόνη λύση είναι η άμεση κατάργηση του θεσμού των lounge συλλογών και παράλληλα να απαγορευθεί και η χρήση του λήμματος cafe σε κάθε είδους τίτλο που αναφέρεται σε μουσικό πόνημα και β. λόγω στρατηγικού σχεδιασμού δε συνιστάται η ανάλυσή της στην παρούσα φάση.
Παρέα λοιπόν με μια κιθάρα, έναν πανέμορφο κόκκινο MacBook και τη γλυκυτάτη νεαρά (και μέλλουσα σύζυγό του όπως φρόντισε να μας ενημερώσει) Natalia Clavier, ο Federico Aubele έμεινε για περίπου 90 λεπτά πάνω στη σκηνή ενός club γεμάτου με ένα κάπως παράξενο κοινό, κάτι ανάμεσα στο μέσο ακροατή του Best και τη μέση συνδρομήτρια του Marrie Claire. Άσχετο αλλά πολύ κασκώλ ρε παιδάκι μου. Λες και ήταν theme party και όλοι έπρεπε να φέρουν και από δυο-τρία. Σε κάθε χρωματικό συνδυασμό, με κάθε δυνατό δέσιμο γύρω από το λαιμό, ένιωσα κάπως άσχημα που είχα ξεχάσει το δικό μου στο συρτάρι κάτω από εκείνο με τα εσώρουχα, εκεί μαζί με τα γάντια και ό,τι μαλακιούλα βαριέμαι να σκεφτώ που να τη βάλω αφού δεν αξίζει το δικό της, αποκλειστικό χώρο.
Γενικά πάντως ωραία ήταν, σχεδόν ξεχάσαμε την ανύπαρκτη μέριμνα για εξαερισμό στο club, ή την απουσία μιας στοιχειώδους οργάνωσης στο bar. Προφανώς βάρος έδωκε στο φετινό Panamericana, ενώ από την αρχή μέχρι το τέλος προτίμησε μια ακουστική προσέγγιση που σχεδόν υπνώτισε το κοινό. Με την καλή έννοια βέβαια. Φυσικά, επειδή σαν Έλληνες το τσιφτετέλι το έχουμε στο αίμα μας και επειδή ακόμη μας έχει απομείνει μια ιδέα από μεσογειακό ταμπεραμέντο και όλα αυτά τα κλισέ τέλος πάντων με τα οποία αυνανιζόμαστε σα λαός ότι είμαστε διαφορετικοί και ωραίοι και κουλ Αλέξηδες, οι αντιδράσεις ήταν σαφώς πιο ενθουσιώδεις όταν επέλεγε να παίξει κάπως πιο κοφτά τα ακόρντα του και γενικά να γίνει πιο πανηγυρτζίδικο το κλίμα.
Το επόμενο ραντεβού αυτού του τόσο ετερόκλητου κοινού δεν έχω ιδέα πότε μπορεί να δωθεί. Στο Ρέμο, στους Thievery ή στο Zara σε περίοδο εκπτώσεων μάλλον. Δεν έχει και τόση σημασία βέβαια, αρκεί που την πρώτη φορά που συναντηθήκαμε περάσαμε καλά. Εκτός αυτού είχαμε και έναν παραπάνω λόγο να το παίξουμε πολιτισμένοι και εκλεπτυσμένοι και ψαγμένοι στους άξεστους, βρωμιάρηδες χεβυμεταλάδες φίλους μας. Αποστολή εξετελέσθη επιτυχώς.