…την τρίτη δεν αντέχω

Η κόρη του κυρίου Κάφκα είναι ένα εξαίσιο πλάσμα. Θα μπορούσα να αναφερθώ ως κύριο Κ. στον κύριο Κάφκα, και είναι η αλήθεια πως αυτό θα παρέπεμπε ευθέως στον Κάφκα. Αλλά τον κύριο Κάφκα τον γνωρίζω προσωπικά, και τον σέβομαι ιδιαίτερως, και έτσι θα τον προσφωνώ πάντα με ειλικρινή ευγένεια. Η κόρη του κυρίου Κάφκα πάλι, δεν ξέρω αν έγινα κατανοητός δηλαδή, είναι μια όμορφη κοπέλα. Πολύ όμορφη, και σεμνή. Αλλά είναι τόσο όμορφη που δεν γίνεται να είναι σεμνή, και δεν μπορεί κανείς να της μιλήσει για αυτό. Η κόρη του κυρίου Κάφκα δεν ομιλεί τα γαλλικά. Και από πιάνο ξέρει λίγα πράγματα, αν μπορεί να θεωρηθεί η «Μελωδία της Ευτυχίας» σε αρμόνιο πριν δώδεκα χρόνια, υποτυπώδης γνώση πιάνου. Δεν κάνει παρέα με πολλά αγόρια, αλλά ούτε και με πολλά κορίτσια. Αλλά έχει φίλους, δεν είναι πως δεν έχει. Η κόρη του κυρίου Κάφκα πιστεύει στον εαυτό της, και είναι από τους ανθρώπους εκείνους που αν Θέλουν στα Αλήθεια κάτι, αν τους μπει μια ιδέα στο μυαλό, δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα αποκτήσουν το κάτι ή θα προχωρήσουν την ιδέα. Είναι λογική, αλλά όχι ιδιαίτερα «συνεσταλμένη», είναι προβληματισμένη αλλά όχι προβληματική, είναι όμορφη, αλλά όχι ωραία. Η κόρη του Κυρίου Κάφκα μπλέχτηκε σε μία ή μερικές περιπέτειες τελευταίως (όχι πολύ τελευταίως), και είναι αλήθεια αυτό που σας λέω, δεν τις προκάλεσε. Ούτε στο ελάχιστο. Και θα βιαζόμουν να συμπληρώσω πως δεν έφταιγε κιόλας, αλλά η λογοτεχνική ροή στα μικρά βαρετά διηγήματα επιβάλλει την πλήρη γνωριμία με τους χαρακτήρες πριν την ανάπτυξη του σεναρίου. «..αλλά αφού η λογοτεχνία επιμένει, φάτε και λίγο Πέτροβιτς», όπως θα σας έλεγε και ο Νικολάι Γκόγκολ. Ο κύριος Κάφκα είναι από τους ανθρώπους που δεν έζησε «την μεγάλη ζωή» και στη συνέχεια ανακάθισε στα γηρατειά του να τη διηγηθεί. Δεν θα ήταν πρέπον να ισχυριστούμε πως δεν έχει εμπειρίες ή πως αυτές οι εμπειρίες είναι ανώφελες. Απλά δεν τις κυνήγησε, ήρθαν μόνες τους. Ο κύριος Κάφκα δεν ήταν ποτέ από αυτούς που επεδίωξαν να τους συμβούν ή να μην τους συμβούν κάποια πράγματα. Απορούσε με τα μεν και σιχτίριζε τα δε, αλλά η ακεραιότητά του δεν του επέτρεπε να αμύνεται με διαφορετικό τρόπο ανά περίπτωση. Δεν σχεδίασε ποτέ του τίποτα. Και αυτό, αυτό που κάποιος θα βρισκόταν να το χαρακτηρίσει υποτιμητικά, αυτό έκρυβε όλη τη γοητεία του κυρίου Κάφκα σαν άνθρωπο : Ήταν ένας, ανάμεσα σε πολλούς. Και ακόμα είναι. Και υπάρχει κάτι ακόμα πιο θαυμάσιο στην ιστορία του. Η κόρη του, στην οποία αναφέρθηκα ως «η κόρη του κυρίου Κάφκα». Ένα εξαίσιο πλάσμα. Η κόρη του κυρίου Κάφκα δεν ήταν πρώτη στο σχολείο. Ούτε ήταν η αρχηγός της παρέας. Δεν ήταν πολύ έξυπνη, αλλά σίγουρα δεν ήταν και ανόητη. Αν την ανεβάζαμε στην ανάλογη ζυγαριά, η πλάστιγκα θα έγερνε προς την πρώτη ομάδα. Η κόρη του κυρίου Κάφκα είχε αρκετούς ερωτικούς συντρόφους, αλλά όχι πολλούς. Ερωτεύτηκε τους περισσότερους, αλλά όχι πολύ. Ούτε και λίγο όμως. Όχι πως υπάρχει πολύ και λίγο σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά τελοσπάντων δεν της συνέβη ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Άρα κάτι θα υπάρχει. Ο κύριος Κάφκα είχε ερωτευτεί πολύ τη γυναίκα του κυρίου Κάφκα, και σαν σημάδι της επιτυχημένης του απόφασης να ερωτευτεί εκείνη (δεν ήταν ακριβώς απόφαση βέβαια, δεν επεδίωξε ποτέ να του συμβεί αυτό), στάθηκε ο καρπός τους, δηλαδή η κόρη του κυρίου Κάφκα, ένα πλάσμα εξαίσιο. Ο κύριος Κάφκα σκέφτηκε πολλές φορές να μιλήσει στην κόρη του, για θέματα γενικού περιερχομένου, αλλά ποτέ δεν τα κατάφερε. Δεν θα έλεγα πως δεν ήθελε αρκετά, θα επικαλεστώ το «δεν μπορούσε». Δεν ήταν ποτισμένος με πηγαία απογοήτευση από την -απροσδιορίστου μετρητή πληρότητος- ζωή του, αλλά είναι αλήθεια πως μια -εντελώς προσδιορισμένη- θλίψη τον κατέβαλλε από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα. Και μιας και τον γνώρισα αρκετά παλιά, θα συμπεράνω αυθαίρετα πως αυτό του συνέβαινε πολύ καιρό πριν έρθει η στιγμή αυτή, ίσως και από πάντα. Και δεν είναι πως δεν του αρέσει να μιλάει για αυτό, και τον πιάνει μια σκοτείνια όταν του το αναφέρουν. Απλά δεν τον ρώτησα ποτέ μου. Η κόρη του κυρίου Κάφκα μπλέχτηκε πρόσφατα σε μια περιπέτεια. Οι περιπέτειες ήταν δύο, αλλά μιας και μοιάζουν, τις βάζω κάτω από ένα κοινό σύνολο με τα κοινά χαρακτηριστικά του, και το πόρισμα λέει : μία μεγάλη περιπέτεια. Η κόρη του κυρίου Κάφκα έπεσε θύμα βιασμού. Και όχι μία φορά, αλλά δύο. Αυτή ηταν η μεγάλη της περιπέτεια. Συγχωρέστε μου που δεν έχω πολύ χαρτί να συνεχίσω, καθώς οι λεπτομέρειες της κάθε περίπτωσης είναι αρκετές, και είναι αλήθεια πως τα ψυχογραφήματα των ενόχων είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Μετά το τέλος του δεύτερου δικαστηρίου, η κόρη του κυρίου Κάφκα τιναζόταν το ίδιο απότομα είτε το φανάρι ήταν πράσινο, είτε κόκκινο. Για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου δεν ήξερε τι να κάνει σε καμία από τις δύο περιπτώσεις, σαν να έκλεινε τελείως το μυαλό της. Και ο κύριος Κάφκα, αν φοβόταν μια ζωή να μιλήσει στην κόρη του κυρίου Κάφκα, τώρα δεν το φοβόταν απλώς, το έτρεμε. Ο πρώτος θύτης του βιασμού, είχε όνομα. Και ο δεύτερος είχε, αλλά θα είμαι διακριτικός και δεν θα τα αναφέρω. Ο πρώτος από αυτούς λοιπόν, ας πούμε ο κύριος Ένα, επικαλέστηκε λάθη, διακήρυξε την αθωότητά του, έφερε δεκαπέντε μάρτυρες που του χάριζαν ισχυρό άλλοθι, έκλαψε, εκμεταλλεύτηκε συναισθηματικά το ακροατήριο, και κέρδισε τη δίκη διότι το μόνο που υπήρχε εναντίον του, ήταν η μαρτυρία της κόρης του κυρίου Κάφκα, που αν και φορούσε μεγάλα αντιπαθητικά γυαλιά από τα παιδικά της χρόνια, ήξερε καλά τι έβλεπε. Ο κύριος Ένα, ήταν ένας αθώος στα μάτια του κόσμου, και με τα χρόνια έφυγε τελείως και η τελευταία διστακτική καχυποψία από τα μάτια αυτά του κόσμου, διότι εμφανίστηκε ως από μηχανής θεός ο κύριος Δύο. Ο κύριος Κάφκα είχε αποκτήσει εκείνα τα χρόνια ένα λευκό χρώμα, που όσο και αν προσπαθούσε, που φυσικά δεν προσπαθούσε, εκείνο δεν θα έφευγε. Το δικαστήριο ήταν έτοιμο να αθωώσει πανηγυρικά τον κύριο Δύο, αλλά εκείνος, ο κύριος Δύο, πείτε τον τρελό ή ειλικρινή, ή και τα δύο, ομολόγησε το έγκλημά του, δεν μετανόησε, είπε πως τα ανθρώπινα λάθη είναι κυκλικά, πως επανερχόμαστε σε αυτά με μαθηματική ακρίβεια, και πως αν, κάπως, κάπου, κάποτε, ξαναπετύχαινε στον σκοτεινό δρόμο την κόρη του κυρίου Κάφκα, θα την ξαναβίαζε χωρίς δισταγμό. Η κόρη του κυρίου Κάφκα, δεν άκουσε ποτέ, ούτε μια λέξη από τον κύριο Κάφκα. Δεν ήταν το σοβαρότερο πρόβλημά της αυτό, ειδικά στην συγκεκριμένη φάση, αλλά η λογοτεχνική υφή που στρώνει τα λόγια του επιλόγου, επιβάλλει μελαγχολική αναφορά σε μια κατάσταση που (θα) συνέβαινε από τότε και στο εξής, είτε δεν θα συνέβαινε ποτέ. Ο κύριος Κάφκα, σκέφτηκε πως ο κύριος Δύο ήταν πολύ πιο ανθρώπινος από τον κύριο Ένα. Αλλά ήταν αλήθεια, πως στον κόσμο του, είχαν τελειώσει πια οι αντοχές για τις δικαιολογίες.

~ από kiwiknorr στο 13 Ιουνίου, 2009.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

 
Αρέσει σε %d bloggers: